Σε ισχύ τέθηκαν από χθες, 18 Νοεμβρίου, οι νέες ευνοϊκές διατάξεις για την αποδέσμευση των λογαριασμών όσων κατηγορούνται για εμπλοκή σε υποθέσεις ξεπλύματος μαύρου χρήματος, μεταξύ των οποίων και εκείνων που εμπλέκονται στο σκάνδαλο της Novartis.
Ο Νόμος 4637/2019 Τροποποιήσεις Ποινικού Κώδικα, Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και συναφείς διατάξεις δημοσιεύτηκε χθες στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και τέθηκε σε ισχύ.
Η επίμαχη διάταξη, βρίσκεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 9, η οποία προβλέπει: «Τα χρονικά όρια διάρκειας των μέτρων δέσμευσης που περιγράφονται στο εδάφιο α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 34 ΚΠΔ ισχύουν και για την περίπτωση που η απαγόρευση της κίνησης λογαριασμών, τίτλων και χρηματοπιστωτικών προϊόντων, του ανοίγματος θυρίδων και της μεταβίβασης ή εκποίησης οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου, διατάσσεται από τον Πρόεδρο της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου.»
Τα συγκεκριμένα χρονικά όρια είναι το 18μηνο, μετά την παρέλευση του οποίου, θα πρέπει να επανεξεταστούν οι υποθέσεις από το δικαστικό συμβούλιο και να αποφασιστεί εάν θα συνεχιστεί η δέσμευση ή θα αρθεί.
Τα παραπάνω ισχύουν για τις νέες υποθέσεις, όπως και για όσες υποθέσεις δεν έχει συμπληρωθεί το 18μηνο.
Για τις παλαιές υποθέσεις, για τις οποίες έχει συμπληρωθεί το 18μηνο, προστέθηκε ειδική διάταξη στον νόμο 4637/2019, η οποία προβλέπει ότι θα πρέπει να επανεξεταστούν εντός τριμήνου, από την ημερομηνία δημοσίευσης στο ΦΕΚ του νέου νόμου.
Η δημοσίευση στο ΦΕΚ έγινε χθες, 18 Νοεμβρίου 2019, που σημαίνει ότι μέχρι τις 18 Φεβρουαρίου 2020, η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και οι Οικονομικοί Εισαγγελείς, θα πρέπει να επανεξετάσουν περίπου 3.000 υποθέσεις, οι οποίες εκκρεμούν. Συνολικά εκκρεμούν περίπου 3.403 υποθέσεις, εκ των οποίων οι 3.000 έχουν συμπληρώσει ή είναι κοντά στη συμπλήρωση του 18μήνου.
Στο πλαίσιο αυτό, η Αρχή για το ξέπλυμα και οι εισαγγελικές αρχές θα πρέπει να επανεξετάζουν περίπου 40 υποθέσεις την ημέρα, μέχρι την 18η Φεβρουαρίου για να προλάβουν και να παρατείνουν τη δέσμευση. Με δεδομένο ότι οι φάκελοι των συγκεκριμένων υποθέσεων είναι ογκωδέστατοι είναι αδύνατη η εξέτασή τους σε ένα τρίμηνο με ρυθμό, περίπου 40 την ημέρα.
Σε διαφορετική περίπτωση, στις 19 Φεβρουαρίου 2020, οι λογαριασμοί και οι θυρίδες αποδεσμεύονται και οι κάτοχοί τους μπορούν να κάνουν κανονικά αναλήψεις ή μεταφορές κεφαλαίων ή να αδειάσουν τις θυρίδες τους.
Η διάταξη για το τρίμηνο είναι η ακόλουθη:
«Εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, οι διατάξεις του Προέδρου της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 42 του ν. 4557/2018 πριν τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και για τις οποίες έχουν παρέλθει τα χρονικά όρια του εδαφίου α’ της παραγράφου 2 του άρθρου 34 ΚΠΔ, διαβιβάζονται με τα σχετικά με τη δέσμευση στοιχεία και αντίγραφο του φακέλου της υπόθεσης στον ανακριτή, αν η υπόθεση εκκρεμεί στο στάδιο της ανάκρισης, ή στο αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο, σε κάθε άλλη περίπτωση.
Ο αρμόδιος ανακριτής ή το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο του προηγούμενου εδαφίου αποφαίνονται για την επικύρωση ή μη της διάταξης του Προέδρου της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες του προηγούμενου εδαφίου, σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις των παραγράφων 1-3 του άρθρου 42 του ν. 4557/2018.
Σε περίπτωση παρέλευσης άπρακτης της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου η διάταξη του Προέδρου της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες παύει αυτοδικαίως να ισχύει».
Τι προέβλεπε η διάταξη του ν. 4557/2018
Η διάταξη του ν. 4557/2018 προέβλεπε συγκεκριμένα τη δέσμευση των τραπεζικών λογαριασμών και των θυρίδων όσων κατηγορούνται για ξέπλυμα, μέχρι να διαλευκανθεί η υπόθεσή τους.
«Όταν διεξάγεται τακτική ανάκριση για τα αδικήματα του άρθρου 2 μπορεί ο ανακριτής, με σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα, να απαγορεύσει την κίνηση κάθε είδους λογαριασμών, τίτλων ή χρηματοπιστωτικών προϊόντων που τηρούνται σε πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικό οργανισμό, καθώς και το άνοιγμα των θυρίδων θησαυροφυλακίου του κατηγορουμένου, έστω και κοινών οποιουδήποτε είδους με άλλο πρόσωπο, εφόσον υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι οι λογαριασμοί, οι τίτλοι, τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα ή οι θυρίδες περιέχουν χρήματα ή πράγματα που προέρχονται από τέλεση των αδικημάτων του άρθρου 2. Το ίδιο ισχύει και όταν διεξάγεται ανάκριση για βασικό αδίκημα και υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι οι λογαριασμοί, οι τίτλοι, τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα ή οι θυρίδες περιέχουν χρήματα ή πράγματα που προέρχονται από την τέλεση του ανωτέρω αδικήματος ή που υπόκεινται σε δήμευση, σύμφωνα με το άρθρο 40.
Σε περίπτωση διεξαγωγής προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης, η απαγόρευση της κίνησης των λογαριασμών, των τίτλων, των χρηματοπιστωτικών προϊόντων ή του ανοίγματος των θυρίδων μπορεί να διαταχθεί από το δικαστικό συμβούλιο. Η διάταξη του ανακριτή ή το βούλευμα του συμβουλίου επέχει θέση έκθεσης κατάσχεσης, εκδίδεται χωρίς προηγούμενη κλήση του κατηγορουμένου ή του τρίτου, δεν είναι απαραίτητο να αναφέρει συγκεκριμένο λογαριασμό, τίτλο, χρηματοπιστωτικό προϊόν ή θυρίδα, γνωστοποιείται με κάθε μέσο, με προϋποθέσεις που εξασφαλίζουν την έγγραφη απόδειξη και επιτρέπουν τη διαπίστωση της γνησιότητάς τους, στο πιστωτικό ίδρυμα ή το χρηματοπιστωτικό οργανισμό και επιδίδεται στον κατηγορούμενο. Σε περίπτωση κοινών λογαριασμών, τίτλων ή χρηματοπιστωτικών προϊόντων επιδίδεται και στον συνδικαιούχο, σε περίπτωση δε θυρίδων και στον πληρεξούσιο του μισθωτή».