Τράπεζες

Τράπεζες: Αγωνία για τα stress tests, σκληραίνει η στάση των εποπτών


Στο τέλος του μήνα ανακοινώνονται τα αποτελέσματα των ελέγχων - Πώς επηρεάζεται η διανομή μερισμάτων

Σημείο καμπής στην πορεία των ελληνικών τραπεζών προς την επιστροφή στις διανομές μερισμάτων στους μετόχους θα αποτελέσουν τα stress tests των ευρωπαϊκών τραπεζών, τα αποτελέσματα των οποίων αναμένονται στα τέλη αυτού του μήνα. Στις τραπεζικές διοικήσεις επικρατεί συγκρατημένη αισιοδοξία για τα αποτελέσματα των ελέγχων, όμως υπάρχει επιφυλακτικότητα για τις κινήσεις του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού της ΕΚΤ, ο οποίος έχει εκπέμψει σήματα για αυστηροποίηση του ελέγχου.

Όπως τόνισε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας την Τρίτη, οι ελληνικές τράπεζες δεν αποτελούν πλέον την κακή εξαίρεση μεταξύ των τραπεζών της ευρωζώνης:

  • Υπό το πρίσμα των θετικών προοπτικών για την ελληνική οικονομία και της σημαντικής βελτίωσης που έχει επιτευχθεί τα τελευταία έτη αναφορικά με την εξυγίανση των ισολογισμών των ελληνικών τραπεζών, μπορούμε πλέον να πούμε με βεβαιότητα ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, όπως άλλωστε και η ελληνική οικονομία, έπαψαν να είναι τα ‘μαύρα πρόβατα’ της ευρωζώνης και πλέον μπορούν να ατενίζουν το μέλλον με αισιοδοξία. Με έντονο ενδιαφέρον αναμένονται στα τέλη του μήνα τα αποτελέσματα της πανευρωπαϊκής άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress tests) που θα αξιολογήσουν την ανθεκτικότητα των ελληνικών και ευρωπαϊκών τραπεζών σε ένα δυσμενές σενάριο.

Οι ελληνικές τράπεζες έχουν μπει σε αυτή την άσκηση με υψηλούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, που υπερβαίνουν με άνεση τα ελάχιστα όρια, γι' αυτό και υπήρχε εξαρχής αισιοδοξία ότι στο δυσμενές σενάριο οι δείκτες θα παρέμεναν πάνω από τα ελάχιστα όρια και δεν θα επηρέαζε αρνητικά αυτή η άσκηση την αξιολόγηση από την ΕΚΤ των σχεδίων τους να αρχίσουν να μοιράζουν μερίσματα από το 2024 και το 2025 (πρώτα η Eurobank και η Εθνική, ακολούθως η Alpha Bank και η Πειραιώς).

Από τα μέσα Ιουνίου, άρχισε να διαφαίνεται όμως οι πρόθεση των εποπτών να δυσκολέψουν την άσκηση, καθώς διαπιστώθηκε από την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (EBA), που έχει την ευθύνη για τους ελέγχους σε όλες τις ευρωπαϊκές τράπεζες, ότι τα πρώτα αποτελέσματα που έστελναν οι τράπεζες ήταν... υπερβολικά καλά και θα υπήρχε κίνδυνος να θεωρήσουν οι αγορές ότι τα stress tests ήταν πολύ εύκολα και στερούνται αξιοπιστίας.

Σημειώνεται ότι υπάρχει ένας άτυπος διεθνής ανταγωνισμός ανάμεσα στις εποπτικές αρχές και ήδη οι μεγάλες αμερικανικές και βρετανικές τράπεζες έχουν περάσει με επιτυχία τους δικούς τους ελέγχους, με τις αγορές να αποδέχονται την αξιοπιστία τους, κάτι που αυξάνει την πίεση στις ευρωπαϊκές αρχές να εμφανίσουν ένα επιτυχές αποτέλεσμα, που θα κριθεί από τις αγορές ως αξιόπιστο.

Έτσι, από τα μέσα Ιουνίου και μετά άρχισαν να φθάνουν στις ευρωπαϊκές τράπεζες μηνύματα αυστηροποίησης των ελέγχων από τους επόπτες:

  • Όπως είχε μεταδώσει το Bloomberg, η EBA ενημέρωσε τις τράπεζες που είχαν στείλει στοιχεία ότι δεν θα πρέπει να επαναπαύονται στα ικανοποιητικά αποτελέσματα που υπήρχαν, καθώς στη συνέχεια η ευρωπαϊκή αρχή σκόπευε να ελέγξει με αυστηρότητα τα αποτελέσματα που είχαν εκδώσει οι ίδιες οι τράπεζες, με βάση τα δύο σενάρια που είχαν δοθεί (βασικό και δυσμενές).
  • Λίγο αργότερα, ο επικεφαλής του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού της ΕΚΤ, Αντρέα Ενρία, ο οποίος έχει την ευθύνη για το σκέλος του ελέγχου που αφορά τις τράπεζες της ευρωζώνης, δήλωσε ότι αποφασίσθηκε να προστεθεί ένα ακόμη σενάριο στα δύο που υπήρχαν ήδη, το οποίο θα περιλαμβάνει εξαιρετικά δυσμενείς προβλέψεις για την οικονομία και τις αγορές, μετά την εμπειρία των τραπεζικών καταρρεύσεων στις ΗΠΑ και της Credit Suisse στην Ελβετία. Το νέο σενάριο, όπως είπε ο επικεφαλής του SSM, θα είναι το χειρότερο που έχει τεθεί ως τώρα στην ιστορία των τραπεζικών stress tests. Οι υποθέσεις του δεν έχουν γίνει ακόμη γνωστές, όμως θα περιλαμβάνουν πολύ βαθύτερη ύφεση από το δυσμενές σενάριο που έχει ανακοινωθεί, όπως και πολύ χειρότερες υποθέσεις για πτώση των μετοχών και των αξιών στα ακίνητα.

Το εξαιρετικά δύσκολο αυτό τεστ θα αναδείξει τις πιθανές κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών σε πολύ δυσμενείς συνθήκες, ωστόσο δεν θα χρησιμοποιηθεί από τον SSM για να ζητηθούν αυξήσεις στα κεφάλαια, καθώς οι σχετικοί υπολογισμοί θα συνεχίσουν να γίνονται με βάση το «απλό» δυσμενές σενάριο που είχε ήδη ανακοινωθεί στις αρχές του έτους. Σίγουρα, όμως, τα αποτελέσματα με βάση το «μαύρο» σενάριο θα επηρεάσουν τις αξιολογήσεις που θα κάνει ο SSM στα αιτήματα των τραπεζών να εγκριθούν από τους επόπτες διανομές μερισμάτων.

Οι επόπτες σε επιφυλακή

Παρά το γεγονός ότι αναγνωρίζεται πως οι ευρωπαϊκές τράπεζες βρίσκονται σε πολύ καλή θέση, με υψηλά επίπεδα κεφαλαιακής επάρκειας και ισολογισμούς με σχετικά χαμηλούς κινδύνους, οι εποπτικές αρχές δεν παύουν να βρίσκονται σε επιφυλακή, καθώς υπάρχουν πολλές εστίες οικονομικής αβεβαιότητας.

Αυτό τον προβληματισμό σκιαγράφησε ο Γιάννης Στουρνάρας με την ομιλία του στο FinForum 2023, την Τρίτη, σημειώνοντας ότι «οι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα παγκοσμίως έχουν αυξηθεί τον τελευταίο χρόνο και οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν να αντιμετωπίσουν σημαντικές προκλήσεις. Συγκεκριμένα:

  • Οι προοπτικές για την οικονομική ανάπτυξη στην παγκόσμια και ειδικά στην ευρωπαϊκή οικονομία παραμένουν αβέβαιες, εν μέσω των υψηλών γεωπολιτικών κινδύνων και της αύξησης των επιτοκίων που κατέστη αναγκαία προκειμένου να αντιμετωπισθεί ο υψηλός πληθωρισμός. Κάποιοι αναλυτές μάλιστα κάνουν λόγο για ένα νέο τρίλημμα που αντιμετωπίζουν οι αρχές καθώς θα πρέπει να αντιμετωπίσουν τον υψηλό πληθωρισμό μέσω της νομισματικής πολιτικής, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα αλλά και θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
  • Ο συνδυασμός αυτός (δηλαδή υψηλός πληθωρισμός και αυξημένα επιτόκια), ασκούν πίεση στα νοικοκυριά και σε ορισμένες επιχειρήσεις, ιδίως στους δανειολήπτες με κυμαινόμενο επιτόκιο δανείων και στους ‘ευάλωτους’ δανειολήπτες, όπως αυτούς που ήταν σε τροχιά ανάκαμψης από την πανδημία. Ως εκ τούτου δεν πρέπει να αποκλεισθεί η πιθανότητα χειροτέρευσης της ποιότητας του ενεργητικού τους το προσεχές χρονικό διάστημα. Αυτή η πρόκληση είναι ακόμα πιο σημαντική για τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες -παρά τη σημαντική βελτίωση- βρίσκονται ακόμα μακριά από το μέσο όρο της ευρωζώνης σε σχέση με το δείκτη μη-εξυπηρετούμενων δανείων.
  • Η αύξηση των επιτοκίων έδωσε βραχυπρόθεσμα μία ισχυρή ώθηση στα καθαρά έσοδα από τόκους των τραπεζών, μεσοπρόθεσμα όμως μπορεί να αυξήσει το κόστος πιστωτικού κινδύνου, το λειτουργικό τους κόστος αλλά και το κόστος άντλησης ρευστότητας, ιδίως για τις τράπεζες που χρειάζεται να καλύψουν τους στόχους για τα ελάχιστα επίπεδα MREL, δηλαδή του δείκτη για τις ελάχιστες υποχρεώσεις που απαιτεί η ευρωπαϊκή αρχή εξυγίανσης.
  • Επιπλέον, σε περιβάλλον αυξημένων επιτοκίων αναμένεται μείωση της ζήτησης για νέα δάνεια ή/και αποπληρωμή των υφιστάμενων δανείων, ιδίως από επιχειρήσεις με υπερβάλλουσα ρευστότητα. Για τις ελληνικές τράπεζες, η υγιής πιστωτική επέκταση είναι απαραίτητο συστατικό για την επίτευξη διατηρήσιμης κερδοφορίας προκειμένου να ενισχυθούν τα κεφάλαιά τους αλλά και να μειωθεί σταδιακά το ποσοστό της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης επί των ιδίων κεφαλαίων τους.
  • Η άνοδος των επιτοκίων και η μεταβλητότητα στις αγορές εγκυμονούν κινδύνους και στο χρηματοοικονομικό τομέα εκτός τραπεζικού συστήματος (non-bank financial institutions) που δύναται να επηρεάσουν τις τράπεζες δευτερογενώς.
  • Η αγορά ακινήτων (ιδίως των επαγγελματικών ακινήτων ή αλλιώς commercial real estate) βρίσκεται σε τροχιά διόρθωσης και ενδέχεται να εκθέσει ορισμένες τράπεζες σε ζημιές.
  • Επίσης, νέοι κίνδυνοι παρουσιάζονται, όπως αυτοί που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή ή τις κυβερνοεπιθέσεις (cyber attacks).
  • Τέλος, οι αγορές παραμένουν ευάλωτες σε αρνητικές ειδήσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η πρόσφατη αναταραχή στο τραπεζικό σύστημα των ΗΠΑ και της Ελβετίας που είχε σοβαρό αρνητικό αντίκτυπο στις αγορές.
  • Ειδικά για την περίπτωση των αμερικανικών τραπεζών που κατέρρευσαν και τη διάσωση της Credit Suisse (CS) από την UBS, θα ήθελα να επισημάνω ότι είναι μεν γεγονότα που προβλημάτισαν σοβαρά τις αρμόδιες αρχές, αλλά φαίνεται να αποτελούν μεμονωμένες περιπτώσεις, όπου η αύξηση των επιτοκίων αποκάλυψε σοβαρές αδυναμίες στο επιχειρηματικό τους μοντέλο και στη διαχείριση των κινδύνων, μαζί με σημαντικά κενά στην εφαρμογή του εποπτικού πλαισίου.
  • Η αναταραχή αυτή έδειξε επίσης πόσο σημαντική είναι η διατήρηση της εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα, ιδίως στην ψηφιακή εποχή που ζούμε σήμερα, λαμβάνοντας υπόψη τις δυνατότητες που προσφέρει η ψηφιακή τραπεζική. Ανέδειξε επίσης τη σημασία των συνετών πρακτικών διαχείρισης κινδύνων και εσωτερικού ελέγχου εντός των πιστωτικών ιδρυμάτων και της ισχυρής εποπτείας από τις αρμόδιες αρχές.
Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Σχετικά Άρθρα