Αυστηρότερο πλαίσιο για την καταπολέμηση της διακίνησης του «μαύρου χρήματος» ανακοινώνει εντός των ημερών η ΑΑΔΕ, μετά την ολοκλήρωση των επαφών που έχει η ηγεσία της με τους εμπλεκόμενους φορείς.
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, στο επίκεντρο των ελέγχων για πιθανό ξέπλυμα μαύρου χρήματος βρίσκονται μεταφορές χρηματικών ποσών από 1.000 ευρώ, καθώς και συναλλαγές άνω των 150 ή και 50 ευρώ, μέσω προπληρωμένων πιστωτικών καρτών, όπως και συναλλαγές σε κρυπτονομίσματα.
Σημειώνεται, πως, ως συνυπεύθυνοι για τη διακίνηση του «μαύρου χρήματος» μπορούν να βρεθούν τραπεζικοί υπάλληλοι, δικηγόροι, λογιστές, συμβολαιογράφοι, μεσίτες ακινήτων, έμποροι και οι εκπλειστηριαστές αγαθών μεγάλης αξίας, οι οποίοι αντιμετωπίζουν βαριές ποινές, εάν περάσει από τα χέρια τους ύποπτη συναλλαγή.
Οι συγκεκριμένες κατηγορίες επαγγελματιών οφείλουν να εφαρμόζουν τα αποκαλούμενα μέτρα «δέουσας επιμέλειας», η παράλειψη των οποίων επιφέρει ποινές κάθειρξης έως 10 έτη και πρόστιμα έως 1.000.000 ευρώ.
Η ηγεσία της ΑΑΔΕ ξεκίνησε κύκλο επαφών με τους εμπλεκόμενους επαγγελματικούς φορείς, ενόψει των αλλαγών που προωθεί στο πλαίσιο του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος.
Αρχικά έγινε συνάντηση με όλους τους εμπλεκόμενους στα τέλη Δεκεμβρίου και ακολούθησε νέα συνάντηση την περασμένη Παρασκευή, στην οποία γνωστοποιήθηκαν οι βασικοί άξονες των προωθούμενων αλλαγών, μέσω του νέου Κανονισμού της ΑΑΔΕ, οι οποίοι είναι:
- ο έλεγχος δέουσας επιμέλειας που διενεργείται από την ΑΑΔΕ (ν. 4557/2018),
- η εποπτεία που ακολουθείται κατά τους ελέγχους που πραγματοποιούνται από τις υπηρεσίες της ΑΑΔΕ,
- τα βήματα της ελεγκτικής διαδικασίας και οι υποχρεώσεις των εποπτευόμενων προσώπων,
- το περιεχόμενο των διοικητικών κυρώσεων, το οποίο εξειδικεύεται για πρώτη φορά με τον Κανονισμό.
Στη συνάντηση συμμετείχαν εκπρόσωποι του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, του Λογιστικού Συλλόγου Αθηνών, της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Φοροτεχνικών Ελευθέρων Επαγγελματιών, της Πανελλήνιας Ένωσης Φοροτεχνών Επιστημόνων, του Συνδέσμου Ανωνύμων Εταιρειών και ΕΠΕ, του Συνδέσμου Ελλήνων Κτηματομεσιτών και του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης.
Ύποπτη και η μεταφορά 50 ευρώ!
Αναφορικά με τις χρηματικές ή άλλες συναλλαγές οι οποίες θεωρούνται ύποπτες, με βάση τον ισχύοντα νόμο και πρέπει να επιδεικνύεται η «δέουσα επιμέλεια», προκειμένου οι εμπλεκόμενοι να μην μπλέξουν σε περιπέτειες είναι:
- Όταν συνάπτεται επιχειρηματική σχέση,
- Όταν διενεργούν περιστασιακή συναλλαγή που ανέρχεται σε ποσό ίσο ή μεγαλύτερο των 15.000 ευρώ είτε η συναλλαγή αυτή πραγματοποιείται με μία και μόνη πράξη είτε με περισσότερες που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους ή αποτελεί μεταφορά χρηματικών ποσών, άνω των 1.000 ευρώ.
Υπό παρακολούθηση τελεί οποιαδήποτε συναλλαγή, άνω των 1.000 ευρώ, εκτελείται τουλάχιστον εν μέρει ηλεκτρονικά για λογαριασμό ενός πληρωτή μέσω ενός παρόχου υπηρεσιών πληρωμών με σκοπό να τεθεί χρηματικό ποσό στη διάθεση κάποιου δικαιούχου μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, ασχέτως εάν πληρωτής και δικαιούχος είναι ένα και το αυτό πρόσωπο και ασχέτως εάν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή και αυτός του δικαιούχου είναι ο ίδιος. Η συναλλαγή μπορεί να είναι:
- μεταφοράς πιστώσεων
- άμεσης χρέωσης
- εμβασμάτων εθνικών ή διασυνοριακών
- μεταφοράς που πραγματοποιείται μέσω κάρτας πληρωμής, εργαλείου ηλεκτρονικού χρήματος, κινητού τηλεφώνου ή κάθε άλλης ψηφιακής ή πληροφορικής τεχνολογίας συσκευής εκ των προτέρων ή εκ των υστέρων πληρωμής με παρόμοια χαρακτηριστικά.
Επίσης η «δέουσα επιμέλεια» εφαρμόζεται:
- Όταν πρόκειται για πρόσωπα που εμπορεύονται αγαθά και διενεργούν περιστασιακή συναλλαγή σε μετρητά που αφορά ποσό 10.000 ευρώ τουλάχιστον, ανεξάρτητα από το αν διενεργείται με μία μόνη πράξη ή με περισσότερες που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους,
- Όταν πρόκειται για παρόχους υπηρεσιών τυχερών παιγνίων που διενεργούν συναλλαγή που αφορά ποσό δύο χιλιάδων 2.000 ευρώ τουλάχιστον κατά την κατάθεση του στοιχήματος, την είσπραξη των κερδών ή και στις δύο περιπτώσεις, ανεξάρτητα από το αν η συναλλαγή διενεργείται με μία μόνη πράξη ή με περισσότερες που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους,
- Όταν υπάρχει υπόνοια νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, ανεξάρτητα από κάθε παρέκκλιση, εξαίρεση ή κατώτατο όριο ποσού,
- Όταν υπάρχουν αμφιβολίες για την ακρίβεια, την πληρότητα ή την επάρκεια των στοιχείων που συγκεντρώθηκαν προηγουμένως για την πιστοποίηση και την επαλήθευση της ταυτότητας του πελάτη ή του πραγματικού δικαιούχου.
Προπληρωμένες κάρτες
Επίσης, κατά παρέκκλιση, και με βάση κατάλληλη αξιολόγηση που δείχνει ότι ο κίνδυνος είναι μικρός, τα υπόχρεα πρόσωπα μπορεί να μην εφαρμόζουν ορισμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη σε ό,τι αφορά το ηλεκτρονικό χρήμα, αν πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις ελαχιστοποίησης του κινδύνου:
- Το μέσο πληρωμής δεν διαθέτει δυνατότητα επαναφόρτισης ή έχει ανώτατο μηνιαίο όριο πράξεων εκατόν πενήντα (150) ευρώ και μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο στην Ελλάδα,
- Το ανώτατο ποσό που αποθηκεύεται ηλεκτρονικά δεν υπερβαίνει τα εκατόν πενήντα (150) ευρώ και μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο στην Ελλάδα,
- Το μέσο πληρωμής χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την αγορά αγαθών ή υπηρεσιών,
- Το μέσο πληρωμής δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί με ανώνυμο ηλεκτρονικό χρήμα,
- Ο εκδότης παρακολουθεί επαρκώς τις συναλλαγές ή την επιχειρηματική σχέση, ώστε να είναι δυνατός ο εντοπισμός ασυνήθιστων ή ύποπτων συναλλαγών.
Η εξαίρεση δεν ισχύει σε περίπτωση εξόφλησης σε μετρητά ή ανάληψης σε μετρητά της νομισματικής αξίας του ηλεκτρονικού χρήματος, όταν το εξοφλούμενο ποσό υπερβαίνει τα πενήντα (50) ευρώ ανά συναλλαγή ή σε περίπτωση εξ αποστάσεως πράξης πληρωμής, όταν το καταβαλλόμενο ποσό υπερβαίνει τα πενήντα (50) ευρώ.
Κατά την εκπλήρωση των ανωτέρω υποχρεώσεών τους τα υπόχρεα πρόσωπα οφείλουν να ενεργούν σύμφωνα με την εκτίμηση κινδύνου και δεν βασίζονται αποκλειστικά στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων.
Τέλος, τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί που ενεργούν ως αποδέκτες καρτών πληρωμής δέχονται τις πληρωμές που πραγματοποιούνται με ανώνυμες προπληρωμένες κάρτες μόνο εφόσον αυτές έχουν εκδοθεί από υπόχρεα πρόσωπα με εγκατάσταση στην Ευρωπαϊκή Ένωση.