Πάνω από 1.800 άτομα «κάρφωσαν» οι τράπεζες στην Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, ενώ τη μερίδα του λέοντος στον αριθμό των καταγγελιών κατέχει η Εφορία, λόγω των υποθέσεων φοροδιαφυγής που κοινοποιεί στην Αρχή.
Αν και η Εφορία και οι τράπεζες υποχρεούνται με βάση τον νόμο, να καταγγέλλουν υποθέσεις, οι οποίες είναι ύποπτες, εντύπωση προκαλεί ο μεγάλος αριθμός των ιδιωτών, οι οποίοι με δική τους πρωτοβουλία καταγγέλλουν ξέπλυμα «μαύρου χρήματος» γνωστών τους προσώπων.
Τα στοιχεία της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, αποδεικνύουν ότι κάθε μήνα η Αρχή επιλαμβάνεται κατά μέσο σε περισσότερες από 30 υποθέσεις «μαύρου χρήματος», στις οποίες προβαίνει σε δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών και θυρίδων, ενώ αποστέλλει και έγγραφα στο εξωτερικό αναζητώντας περιουσιακά στοιχεία, όπως καταθέσεις και άλλα χρηματοοικονομικά στοιχεία για τα εμπλεκόμενα πρόσωπα.
Εντός του 2019, η Αρχή έχει εμπλακεί σε 81 υποθέσεις μαύρου χρήματος, για τις οποίες δέσμευσε ποσό ύψους 72,43 εκατ. ευρώ, ενώ έχει αποστείλει στο εξωτερικό αιτήματα συνδρομής και παροχής πληροφοριών για καταθέσεις κ.λπ. επενδύσεις, για 370 άτομα συνολικά.
Όμως, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η έκθεση της Αρχής για το 2018, στην οποία αποκαλύπτεται ότι οι συνολικές υποθέσεις-καταγγελίες που έφτασαν στην Αρχή, προσεγγίζουν τις 6.500. Οι καταγγελίες έγιναν από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, όπως τράπεζες, ΑΑΔΕ, χρηματιστηριακές εταιρείες κ.λπ., οι οποίοι με βάση τη νομοθεσία υποχρεούνται να καταγγέλλουν υποθέσεις που φαίνονται ύποπτες και μάλιστα προβλέπονται ποινές φυλάκισης και υψηλά πρόστιμα έως 1 εκατ. ευρώ, για τους υπαλλήλους που θα αμελήσουν να καταγγείλουν πρόσωπα τα οποία στη συνέχεια εντοπιστούν για «ξέπλυμα».
Οι καταγγελίες
Ειδικότερα το 2018, σύμφωνα με τα απολογιστικά στοιχεία, οι αναφορές που υποβλήθηκαν στην Αρχή ανήλθαν σε 6.450, εκ των οποίων:
- Οι 2.352 υποβλήθηκαν από Δημόσιες Υπηρεσίες & Οργανισμούς (βασικά από τις φορολογικές αρχές). Οι υποθέσεις αυτές αφορούν βασικά άτομα που υποπίπτουν σε μεγάλες υποθέσεις φοροδιαφυγής ή έχουν μεγάλα χρέη προς το δημόσιο.
- Οι 1.842 υποβλήθηκαν από τράπεζες. Τα πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν να καταγγέλλουν πρόσωπα που διενεργούν συναλλαγές, οι οποίες είναι ύποπτες. Οι υπάλληλοι, αν δεν το πράξουν, στην περίπτωση που κατόπιν αποδειχτεί ότι μια συναλλαγή που έγινε με τη μεσολάβησή τους ελέγχεται για μαύρο χρήμα, τότε οι υπάλληλοι και οι προϊστάμενοι του τμήματος μπλέκουν. Ενδεικτικά, ακόμη και η καθυστέρηση επικαιροποίησης των προσωπικών στοιχείων στην τράπεζα, αποτελεί μία από τις ύποπτες ενδείξεις!
- Οι 1.410 καταγγελίες υποβλήθηκαν από Ανταλλακτήρια Συναλλάγματος & Ιδρύματα Πληρωμών και αφορούν περιπτώσεις συναλλαγών με μεγάλα ποσά, χωρίς αιτιολογία.
- Οι 403 καταγγελίες έγιναν από Ασφαλιστικές Εταιρείες, για αδικαιολόγητες εξαγορές συμβολαίων.
- Οι 236 καταγγελίες έγιναν από ξένους φορείς και Αρχές κατά του ξεπλύματος.
- Οι 25 καταγγελίες έγιναν από χρηματιστηριακές εταιρείες, για ποσά επενδύσεων που δεν δικαιολογούνται.
- Οι 182 καταγγελίες έγιναν από Ιδιώτες και από ένα μικρό αριθμό εταιρειών παροχής ελεγκτικών-λογιστικών υπηρεσιών, όπως επίσης και εταιρείες που σχετίζονται με τα τυχερά παίγνια. Οι ιδιώτες που καταγγέλλουν συνήθως είναι πρώην σύζυγοι, συνέταιροι, πελάτες, και πρώην υπάλληλοι.
Συνολικά το 2018, η Αρχή το 2018 δέσμευσε ποσό ύψους 227,84 εκατ. ευρώ, ενώ ο μέσος όρος του εγκληματικού προϊόντος ήταν 1,53 εκατ. ευρώ.