Η πίεση της διεθνούς κοινότητας εντείνεται στους πραξικοπηματίες που κατέλαβαν την εξουσία στον Νίγηρα την περασμένη εβδομάδα, ενώ απομένουν ώρες ώσπου εκπνεύσει απόψε το τελεσίγραφο των ηγετών της Οικονομικής Κοινότητας των Κρατών της Δυτικής Αφρικής (CEDEAO στα γαλλικά, ECOWAS στα αγγλικά), που φέρονται να είναι έτοιμοι να επέμβουν στρατιωτικά στη χώρα που αιματοκυλίζουν τζιχαντιστικές οργανώσεις.
Το γαλλικό υπουργείο Εξωτερικών τόνισε πως υποστηρίζει «με σθένος και αποφασιστικότητα» τις προσπάθειες της CEDEAO για να αποτύχει η προσπάθεια κατάληψης της εξουσίας από τους στρατιωτικούς, για «το μέλλον του Νίγηρα και τη σταθερότητα όλης της περιοχής».
Προχθές Παρασκευή, οι αρχηγοί των επιτελείων των στρατών των χωρών-μελών του περιφερειακού οργανισμού συμφώνησαν «στο περίγραμμα» της «πιθανής στρατιωτικής επέμβασης» εναντίον των πραξικοπηματιών στον Νίγηρα, σύμφωνα με στέλεχος της CEDEAO.
«Έγινε επεξεργασία όλων των στοιχείων της ενδεχόμενης επέμβασης κατά τη διάρκεια αυτής της συνάντησης, συμπεριλαμβανομένων των απαραίτητων πόρων, καθώς επίσης και του τρόπου και της στιγμής που θα αναπτύξουμε» στρατιωτική δύναμη, ανέφερε ο επίτροπος της CEDEAO αρμόδιος για τις Πολιτικές Υποθέσεις και Ζητήματα Ασφαλείας, ο Άμπντελ Φατά Μούσα, μετά τη σύνοδο των αρχηγών των γενικών επιτελείων στην Αμπούτζα, την πρωτεύουσα της Νιγηρίας.
Την 30ή Ιουλίου, τέσσερις ημέρες μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα που ανέτρεψε τον εκλεγμένο πρόεδρο Μοαμέντ Μπαζούμ, η CEDEAO έδωσε προθεσμία στους πραξικοπηματίες επτά ημέρες –ως απόψε– για να τον επαναφέρουν στα καθήκοντά του, διαμηνύοντας πως σε διαφορετική περίπτωση δεν αποκλείεται να γίνει χρήση «βίας».
Ο ανατραπείς πρόεδρος «καλά στην υγεία του»
Διαδηλώσεις υπέρ του πραξικοπήματος έγιναν σε όλη τη χώρα προχθές Παρασκευή και χθες Σάββατο, με τους συμμετέχοντες να κρατούν σημαίες του Νίγηρα και της Ρωσίας, καθώς και πορτρέτα των στρατιωτικών που ανέτρεψαν την κυβέρνηση, σύμφωνα με την κρατική τηλεόραση και δημοσιογράφους επιτόπου.
Στο Παρίσι, περίπου τριάντα άνθρωποι διαδήλωσαν υπέρ του κ. Μπαζούμ, ανάμεσά τους ο πρωθυπουργός του Ουχουμουντού Μααμαντού.
«Συνεχίζουμε να ελπίζουμε ακόμη πως η διαπραγμάτευση θα έχει αποτέλεσμα και δεν γίνει κατ’ ανάγκη στρατιωτική επέμβαση», δήλωσε, διαβεβαιώνοντας παράλληλα πως ο πρόεδρος Μπαζούμ, που παραμένει κρατούμενος μετά την εκδήλωση του πραξικοπήματος την 26η Ιουλίου, είναι «καλά στην υγεία του».
Οι στρατοί χωρών της δυτικής Αφρικής, ανάμεσά τους αυτός της Σενεγάλης, δήλωσαν έτοιμοι να στείλουν δυνάμεις. Πηγή προσκείμενη στην αντιπροσωπεία της Ακτής Ελεφαντοστού αναφέρθηκε επίσης στην αποστολή δυνάμεων, χωρίς να διευκρινίσει πόσοι άνδρες θα κινητοποιούνταν.
Η επικεφαλής της γαλλικής διπλωματίας Κατρίν Κολονά δήλωσε χθες το πρωί στο France Info ότι πρέπει «να πάρουμε πολύ σοβαρά την απειλή επέμβασης» της CEDEAO. Σε άλλη συνέντευξή της, στο RFI, τόνισε πως παράγινε το κακό με τα πραξικοπήματα στην περιοχή, έπειτα από αυτά των τελευταίων ετών στο Μαλί και στην Μπουρκίνα Φάσο.
Η κυρία Κολονά είπε επίσης πως η γαλλική στρατιωτική δύναμη που έχει αναπτυχθεί στον Νίγηρα θα παραμείνει, καθώς το Παρίσι δεν αναγνωρίζει τη χούντα ως νόμιμη κυβέρνηση.
«Ανάφλεξη όλου του Σαχέλ»
Ο υπουργός Άμυνας της Γαλλίας, ο Σεμπαστιέν Λεκορνού, τόνισε στο Γαλλικό Πρακτορείο πως το Παρίσι γνώριζε ότι «η κατάσταση ήταν εύθραυστη στο Νίγηρα». Ωστόσο πρόσθεσε πως αυτό που «πιθανόν εκπλήσσει» είναι ότι ο πυροκροτητής του πραξικοπήματος ήταν «προσωπική διαφορά» ανάμεσα στον στρατηγό Αμπντουραμάν Τιανί, τον επικεφαλής της χούντας και της προεδρικής φρουράς.
Στο Μαλί και στην Μπουρκίνα Φάσο, χώρες που όπως και ο Νίγηρας αιματοκυλίζονται από τη δράση τζιχαντιστικών οργανώσεων, οι πραξικοπηματίες που κυβερνούν δήλωσαν αλληλέγγυοι με αυτούς στο γειτονικό κράτους και διεμήνυσαν πως θα θεωρήσουν «κήρυξη πολέμου» εναντίον τους οποιαδήποτε στρατιωτική επέμβαση.
Και στη Νιγηρία, υψώνονται φωνές εναντίον ενδεχόμενης επέμβασης.
«Θύματα θα είναι αθώοι πολίτες», τόνισε το φόρουμ των γερουσιαστών της βόρειας Νιγηρίας σε ανακοίνωση που υπέγραψε ο εκπρόσωπός του Σουλεϊμάν Κάου Σουμάιλα, προσθέτοντας πως οι κάτοικοι του βόρειου τμήματος της χώρας θα «επηρεαστούν αρνητικά».
«Απορρίπτουμε κατηγορηματικά οποιαδήποτε στρατιωτική επέμβαση», δήλωσε από την πλευρά του στο τηλεοπτικό δίκτυο Ενάχαρ αργά το βράδυ χθες Σάββατο ο αλγερινός πρόεδρος Αμπντελματζίντ Ταμπούν.
«Δυο χώρες [σ.σ. το Μαλί και η Μπουρκίνα Φάσο] είναι έτοιμες να μπουν στη μάχη» στο πλευρό των πραξικοπηματιών του Νίγηρα, πρόσθεσε, προειδοποιώντας πως σε περίπτωση στρατιωτικής επέμβασης «θα μπορούσε να υπάρξει ανάφλεξη σε όλη την περιοχή του Σαχέλ».
«Ταξιαρχίες επαγρύπνησης»
Οι πραξικοπηματίες στη Νιαμέ έχουν διαμηνύσει ότι θα προχωρήσουν σε «άμεση ανταπόδοση» αν δεχθούν «οποιαδήποτε επίθεση».
Προτεραιότητα εξακολουθεί να δίνεται στην εξεύρεση διπλωματικής λύσης, σύμφωνα με τον κ. Μούσα, με τον οποίο συμφωνεί σε αυτό το Μπενίν, χώρα που γειτονεύει με τον Νίγηρα και είναι μέλος της CEDEAO.
Δυτικές κυβερνήσεις τάσσονται επίσης υπέρ της λύσης μέσω διαλόγου, ιδίως η Γερμανία, που κάλεσε να συνεχιστούν οι «προσπάθειες μεσολάβησης».
Οι σχέσεις ανάμεσα στον Νίγηρα και την πρώην αποικιοκρατική δύναμη Γαλλία έχουν μπει σε τροχιά ραγδαίας επιδείνωσης τις τελευταίες ημέρες, αφότου εκδηλώθηκε το πραξικόπημα.
Την Πέμπτη, η χούντα ακύρωσε τις συμφωνίες συνεργασίας στα πεδία της ασφάλειας και της άμυνας με τη Γαλλία, που έχει αναπτύξει στο έδαφος του Νίγηρα πάνω από 1.500 στρατιωτικούς στο πλαίσιο του αντιτρομοκρατικού αγώνα.
Στη Νιαμέ, όπου επικρατούσε ηρεμία χθες, «ταξιαρχίες επαγρύπνησης», αποτελούμενες από πολίτες, έλαβαν θέσεις σε πλατείες και διασταυρώσεις: φρουρούν εναντίον της «εξωτερικής απειλής».
Με διάταγμά της που αναγνώστηκε το βράδυ της Πέμπτης στην κρατική τηλεόραση, το στρατιωτικό καθεστώς έδωσε εντολή στον πληθυσμό να «επαγρυπνεί» για να αποτραπεί η δράση «κατασκόπων και ξένων ένοπλων δυνάμεων» και να ενημερώνει αμέσως τις αρχές για «οποιαδήποτε πληροφορία σχετικά με ύποπτες εισόδους ή κινήσεις».