Έκρηξη της απάτης στις πληρωμές μέσω τραπεζικών λογαριασμών και στις μεταφορές πιστώσεων καταγράφει η Τράπεζα της Ελλάδος, στοιχείο που αναδεικνύει την επέκταση των δραστηριοτήτων των χάκερς, οι οποίοι υποκλέπτουν στοιχεία τραπεζικών λογαριασμών.
Πρόκειται όχι για μια απλή αύξηση των συγκεκριμένων επεισοδίων, αλλά για τετραπλασιασμό των κρουσμάτων, εξέλιξη που είναι ιδιαίτερα ανησυχητική.
Πρόσφατη είναι εξάλλου η κινητοποίηση υπουργείων, Τράπεζας της Ελλάδος και τραπεζών για τη λήψη μέτρων ανάσχεσης των φαινομένων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που περιέχονται στην έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της ΤτΕ, το έτος 2020 καταγράφηκε σημαντική αύξηση κατά 298% των περιστατικών απάτης στις μεταφορές πιστώσεων και κατά 313% στην αναλογούσα αξία τους.
Συγκεκριμένα, καταγράφηκαν 1.179 περιστατικά απάτης συνολικής αξίας 6,2 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2019 όπου είχαν καταγραφεί 296 περιστατικά απάτης συνολικής αξίας 1,5 εκατ. ευρώ.
Αναλυτικότερα, οι δείκτες της αναλογίας των περιστατικών και της αξίας της απάτης προς τον αριθμό και την αξία των συναλλαγών με μεταφορά πίστωσης κυμάνθηκαν στο επίπεδο του 0,00032% και 0,00108%, αντίστοιχα, και αντιστοιχούν σε μία συναλλαγή απάτης ανά 314 χιλ. συναλλαγές μεταφοράς πίστωσης με 1 ευρώ αξία απάτης ανά 92 χιλ. ευρώ αξία συναλλαγών.
Από την ανάλυση των στοιχείων προκύπτει ότι η πλειονότητα των τεχνικών διενέργειας της απάτης αφορά τις μεθόδους:
- Της έκδοσης εντολής πληρωμής από τον απατεώνα, ο οποίος εκδίδει πλαστή εντολή πληρωμής αφού αποκτήσει τα ευαίσθητα δεδομένα πληρωμής του πληρωτή ή του δικαιούχου με δόλια μέσα.
- Της χειραγώγησης του πληρωτή από τον απατεώνα. Δια της μεθόδου αυτής ο πληρωτής παρέχει καλή τη πίστει τη συγκατάθεσή του στην εκτέλεση εντολής πληρωμής προς λογαριασμό πληρωμών τρίτου θεωρώντας ότι ανήκει σε νόμιμο δικαιούχο.
Οι απάτες στις κάρτες
Σε ότι αφορά στον τομέα των πιστωτικών και των χρεωστικών καρτών, σε όρους περιστατικών απάτης, ο δείκτης κυμάνθηκε το α΄ εξάμηνο του 2021 στο επίπεδο του 0,03% και αναλογεί σε μία συναλλαγή απάτης ανά 3,6 χιλ. συναλλαγές.
Σε όρους αξίας των περιστατικών απάτης, ο δείκτης κυμάνθηκε στο επίπεδο του 0,02% και αναλογεί σε 1 ευρώ αξία απάτης ανά 6 χιλ. ευρώ αξία συναλλαγών.
Από την ανάλυση των περιστατικών απάτης ανά τύπο συναλλαγής με κάρτες πληρωμών, δηλαδή, συναλλαγές σε τερματικά ΑΤΜ, πληρωμές σε τερματικά POS και εξ αποστάσεως συναλλαγές χωρίς την φυσική παρουσία της κάρτας (card not present - CNP), προκύπτει ότι το υψηλότερο ποσοστό απάτης αφορά τις εξ αποστάσεως συναλλαγές.
Συγκεκριμένα, το α΄ εξάμηνο του 2021, ο αριθμός των περιστατικών απάτης που καταγράφηκε ανά δίαυλο συναλλαγής ανήλθε σε 995 στις συναλλαγές ΑΤΜ, σε 11,6 χιλ. στις πληρωμές POS και σε 197 χιλ. στις CNP συναλλαγές.
Η αντίστοιχη αξία των περιστατικών απάτης διαμορφώθηκε σε 324 χιλ. ευρώ στις συναλλαγές ΑΤΜ, σε 323 χιλ. ευρώ στις πληρωμές POS και σε 5,4 εκατ. ευρώ στις CNP συναλλαγές.
Εξετάζοντας περαιτέρω την απάτη που διενεργήθηκε στις εξ αποστάσεως συναλλαγές μέσω διαδικτύου ή ταχυδρομείου/τηλεφώνου διαπιστώνεται ότι οι περισσότερες περιπτώσεις απάτης αφορούν τις συναλλαγές μέσω διαδικτύου, ενώ ταυτόχρονα παρατηρείται μεγάλη μείωση των περιστατικών απάτης στις συναλλαγές μέσω ταχυδρομείου/τηλεφώνου.
Η ΤτΕ σημειώνει ότι και στο τρέχον εξάμηνο τα περιστατικά απάτης αφορούν κυρίως διαδικτυακές συναλλαγές αγορών με εμπόρους του εξωτερικού με κάρτες που έχουν εκδοθεί στην Ελλάδα, όπως συνέβαινε και κατά τα προηγούμενα εξάμηνα. Τα υψηλότερα ποσοστά απάτης στις διασυνοριακές συναλλαγές μέσω διαδικτύου οφείλονται ως επί το πλείστον, στην εκτενέστερη χρήση του διεθνούς τεχνικού προτύπου ασφαλών συναλλαγών 3D Secure από παρόχους υπηρεσιών πληρωμών στην Ελλάδα σε σχέση με τους παρόχους υπηρεσιών από το εξωτερικό.
Σε ό,τι αφορά τις οικονομικές ζημίες που προκύπτουν από τις συναλλαγές απάτης, οι οποίες επιμερίζονται στα συμβαλλόμενα μέλη της συναλλαγής ανάλογα με την υπαιτιότητά τους, διαπιστώνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος της ζημίας επιβαρύνει τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που αποδέχονται συναλλαγές καρτών και ο οποίοι, κατά το α΄ εξάμηνο του 2021, επωμίστηκαν το 47% της συνολικής ζημίας.
Αντίστοιχα, οι πάροχοι-εκδότες καρτών πληρωμών επιβαρύνθηκαν σε ποσοστό 24%. Οι κάτοχοι-χρήστες καρτών επιβαρύνθηκαν σε ποσοστό 29%.