Για τη μεταρρύθμιση στην επικουρική ασφάλιση μίλησε ο Υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης Πάνος Τσακλόγλου, στο πλαίσιο του 7ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών που πραγματοποιείται στους Δελφούς μεταξύ 6 – 9 Απριλίου υπό την Αιγίδα της Α.Ε της προέδρου της Δημοκρατίας, Κατερίνας Σακελλαροπούλου.
Ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης υπεραμύνθηκε του κεφαλαιοποιητικού συστήματος επικουρικής ασφάλισης τονίζοντας πως «το σύστημα αυτό δημιουργεί κεφάλαιο. Οι φόροι θα επενδυθούν στην ελληνική οικονομία. Ψηλότερες επενδύσεις σημαίνει περισσότερους φόρους και περισσότερες εισφορές που τις χρειάζεται η οικονομία». Όπως μάλιστα ανέφερε «τέτοια συστήματα υπάρχουν σε πολλές χώρες. Οι αποδόσεις των κεφαλαιοποιητικών συστημάτων μακροχρόνια είναι πολύ υψηλότερες. Πιστεύουμε ότι οι μελλοντικοί συνταξιούχοι θα πάρουν πολύ μεγαλύτερες συντάξεις».
Απαντώντας σχετικά με το πόσοι εργαζόμενοι πρόκειται να ενταχθούν σ' αυτό, ανέφερε: «Είναι υποχρεωτικό το νέο σύστημα για όσους εντάσσονται από την 1/1/2022. Πόσοι είναι; Γύρω στους 40.000 ασφαλισμένους. Του χρόνου θα ανοίξουμε την πλατφόρμα για άτομα κάτω των 35 -όταν ψηφίστηκε ο νόμος- που θέλουν να ενταχθούν εθελοντικά στο νέο σύστημα, είτε έχουν υποχρέωση επικουρικής είτε όχι. Εκεί θα έχουμε ξεπέταγμα των αριθμών και μετά θα ακολουθήσει την κανονική ροή».
Ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης απέκρουσε την κριτική για την χρησιμοποίηση του ΑΚΑΓΕ στη χρηματοδότηση του «χρηματοδοτικού κενού» που προκύπτει από τη μεταρρύθμιση, τονίζοντας «το ΑΚΑΓΕ το φτιάξαμε γιατί λειτουργήσαμε προβλεπτικά. Φτιάξαμε ένα κουμπαρά για τη μετάβαση. Ακούω γιατί τα χρησιμοποιείτε; Μα πότε θα τα χρησιμοποιήσουμε;».
Σχετικά με τις μελέτες που συνόδευαν τον νόμο για την επικουρική ασφάλιση και αν έχουν καταστεί εκτός πραγματικότητας μετά την πανδημία και τον πόλεμο, ο Πάνος Τσακλόγλου απάντησε: «ο μακροχρόνιος ρυθμός ανάπτυξης όταν έγιναν οι μελέτες ήταν πολύ μικρότερος. Αυτά όλα είναι βραχυχρόνιες διακυμάνσεις προς τα πάνω και προς τα κάτω. Μακροοικονομικά έχουν γίνει συντηρητικές εκτιμήσεις γιατί θέλαμε να είμαστε απόλυτα βέβαιοι γι’ αυτό. Μας νοιάζει τι θα γίνει δημοσιονομικά γιατί είμαστε μια χώρα με μεγάλο χρέος».
Σχετικά με το «ξεπάγωμα» συντάξεων έπειτα από 12 χρόνια, ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης σημείωσε: «Θα προχωρήσει. Αυτό είναι κάτι σημαντικό που -ας μην γελιόμαστε- στους χαμηλοσυνταξιούχους υπήρχε πρόβλημα και γι’ αυτό δώσαμε και έκτακτο βοήθημα. Δεν είμαστε πιτσιρικάδες θυμόμαστε τα χρόνια που οι εκλογές κρίνονταν με πλειοδοσία στις συντάξεις. Είδαμε που κατέληξαν όλα αυτά. Θέλουμε κανόνες και πρέπει να τους σεβόμαστε».
Απαντώντας τέλος για την επικείμενη αύξηση του κατώτατου μισθού που έχει προαναγγείλει ο πρωθυπουργός, ξεκαθάρισε πως θα πρόκειται για «γενναία αλλά ρεαλιστική». Τόνισε ότι η διαδικασία καθορισμού του κατώτατου μισθού που έχει υιοθετηθεί «ισχύει σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες» και πως στο προηγούμενο σύστημα «κανένας δεν μιλούσε για τους outsiders», εξηγώντας συγκεκριμένα πως «είχαμε φτάσει στο φαινόμενο, το 2007 η Ελλάδα να έχει τον δεύτερο υψηλότερο ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης και το 4ο ή 5ο ποσοστό ανεργίας. Το χειρότερο προνόμιο; Το ψηλότερο ποσοστό ανεργίας στην ΕΕ στους νέους και γυναίκες».
Τέλος προανήγγειλε πως μέσα στο 2022 θα υπάρξει νομοθετική παρέμβαση και για την επαγγελματική ασφάλιση. «Η νομοθεσία για την επαγγελματική ασφάλιση είναι αρκετά παλιά. Ένα από τα μεγάλα προβλήματα που έχουμε, στη συνολική αποτύπωση των οικονομικών μεγεθών, είναι η πολύ μικρή αποταμίευση στην Ελλάδα. Ειδικά η ασφαλιστική αποταμίευση είναι από τις χαμηλότερες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αλλά θέλουμε κανόνες υγιείς, διάφανους. Έχουμε συζητήσει με εταίρους, μέσα στη χρονιά θα έχουμε νομοσχέδιο».