Χωρίς καθυστερήσεις θα εφαρμοστούν στην Ελλάδα τα μέτρα για επιβολή πλαφόν στα επιτόκια και τις χρεώσεις στα καταναλωτικά δάνεια, που προβλέπονται από σχετική κοινοτική οδηγία.
Όπως διαβεβαίωσε, μιλώντας στη Βουλή, ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Γιώργος Κώτσηρας, απαντώντας σε σχετική ερώτηση του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκου Παππά, η κυβέρνηση ήδη προχωρά την προεργασία για την ενσωμάτωση της κοινοτικής οδηγίας 2023/2225 και συγκροτήθηκε ειδική ομάδα εργασίας στο υπουργείο Ανάπτυξης.
Ο κ. Κώτσηρας διευκρίνισε ότι Οδηγία δεν μπορεί να εφαρμοστεί νωρίτερα από το προβλεπόμενο χρονοδιάγραμμα. Η υφιστάμενη Οδηγία 2008/48 (ΕΕ) θα καταργηθεί στις 20/11/2026, οπότε και θα τεθεί σε ισχύ η νέα Οδηγία, που θα πρέπει να ενσωματωθεί από τα κράτη μέλη μέχρι τις 20/11/2025.
Περιορισμοί στα επιτόκια και τις προμήθειες
Ένα από τα σημαντικότερα σημεία της Οδηγίας 2023/2225 είναι η πρόβλεψη για τη λήψη μέτρων από τα κράτη μέλη για τον περιορισμό των χρεωστικών επιτοκίων και του συνολικού κόστους της πίστωσης. Σημειωτέον ότι η Οδηγία καλύπτει όλα τα καταναλωτικά δάνεια μέχρι 100.000 ευρώ.
Το Άρθρο 31, με τίτλο «Μέτρα για τον περιορισμό των χρεωστικών επιτοκίων, των συνολικών ετήσιων πραγματικών επιτοκίων ή του συνολικού κόστους της πίστωσης για τον καταναλωτή», αποτελεί βασικό πυλώνα στην προσπάθεια αποτροπής της κατάχρησης και της υπερχρέωσης.
Συγκεκριμένα, η παράγραφος 1 του άρθρου 31 ορίζει ότι: «Τα κράτη μέλη θεσπίζουν μέτρα, όπως ανώτατα όρια, ώστε να αποτρέπεται αποτελεσματικά η κατάχρηση και να διασφαλίζεται ότι οι καταναλωτές δεν μπορούν να χρεώνονται με υπερβολικά υψηλά χρεωστικά επιτόκια, συνολικά ετήσια πραγματικά επιτόκια ή συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή».
Αυτή η διάταξη παρέχει στα κράτη μέλη την ευελιξία να επιλέξουν τα κατάλληλα μέτρα, με την αναφορά στα "ανώτατα όρια" ως ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, αλλά όχι ως τη μοναδική επιλογή.
Επιπλέον, η παράγραφος 2 του ίδιου άρθρου επιτρέπει στα κράτη μέλη να θεσπίζουν «απαγορεύσεις ή περιορισμούς όσον αφορά ειδικές επιβαρύνσεις ή τέλη που επιβάλλουν οι πιστωτικοί φορείς στο έδαφός τους». Αυτό σημαίνει ότι οι εθνικές αρχές μπορούν να επεμβαίνουν και να περιορίζουν όχι μόνο τα επιτόκια, αλλά και άλλες χρεώσεις που επιβαρύνουν τον καταναλωτή.
Η οδηγία προβλέπει επίσης μηχανισμούς παρακολούθησης της εφαρμογής αυτών των μέτρων. Έως την 20ή Νοεμβρίου 2027, η Επιτροπή θα δημοσιοποιήσει τα μέτρα που θεσπίζουν τα κράτη μέλη, ενώ τα κράτη μέλη πρέπει να υποβάλουν έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με αυτά τα μέτρα έως την 20ή Νοεμβρίου 2026.
Επιπλέον, έως την 20ή Νοεμβρίου 2029, η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (EBA) θα δημοσιεύσει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή των μέτρων περιορισμού, αξιολογώντας την αποτελεσματικότητά τους στον περιορισμό των υπερβολικά υψηλών επιτοκίων και του συνολικού κόστους πίστωσης, και προτείνοντας βέλτιστες πρακτικές.
Αυτή η συνεχής παρακολούθηση αποσκοπεί στη διασφάλιση ότι τα μέτρα που λαμβάνονται είναι αποτελεσματικά και ανταποκρίνονται στις ανάγκες της αγοράς και των καταναλωτών.
Βασικές αρχές και προστασία καταναλωτή
Η οδηγία δίνει έμφαση στη διαφάνεια και την υπευθυνότητα στην παροχή πίστωσης. Καθορίζονται λεπτομερείς απαιτήσεις για τις προσυμβατικές πληροφορίες που πρέπει να λαμβάνει ο καταναλωτής, ώστε να μπορεί να συγκρίνει τις προσφορές και να λαμβάνει τεκμηριωμένες αποφάσεις.
Η οδηγία απαιτεί επαρκείς εξηγήσεις από τους πιστωτικούς φορείς και τους μεσίτες πιστώσεων, ώστε ο καταναλωτής να αξιολογήσει εάν η προτεινόμενη σύμβαση πίστωσης ανταποκρίνεται στις ανάγκες και την οικονομική του κατάσταση.
Η οδηγία κατοχυρώνει βασικά δικαιώματα για τους καταναλωτές:
- Δικαίωμα υπαναχώρησης: Ο καταναλωτής μπορεί να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση πίστωσης χωρίς αιτιολογία εντός 14 ημερολογιακών ημερών.
- Πρόωρη εξόφληση: Ο καταναλωτής δικαιούται ανά πάσα στιγμή να προβεί σε πρόωρη εξόφληση, με μείωση του συνολικού κόστους της πίστωσης για το εναπομένον διάστημα της σύμβασης. Ο πιστωτικός φορέας δικαιούται εύλογη αποζημίωση για την πρόωρη εξόφληση μόνο υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις και με όρια (1% ή 0,5% του ποσού). Η αποζημίωση αυτή δεν χορηγείται εάν η εξόφληση γίνεται μέσω ασφαλιστικής σύμβασης, εάν πρόκειται για δυνατότητα υπερανάληψης, ή εάν το χρεωστικό επιτόκιο δεν είναι σταθερό.
- Δικαιώματα σε συνδεδεμένες συμβάσεις πίστωσης: Ο καταναλωτής δεν δεσμεύεται πλέον από συνδεδεμένη σύμβαση πίστωσης εάν έχει ασκήσει το δικαίωμα υπαναχώρησης από την κύρια σύμβαση αγαθών/υπηρεσιών. Επίσης, μπορεί να στραφεί κατά του πιστωτικού φορέα εάν ο προμηθευτής/πάροχος δεν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του.
Η οδηγία επιβάλλει στους πιστωτικούς φορείς και τους μεσίτες πιστώσεων την υποχρέωση να ενεργούν με έντιμο, δίκαιο, διαφανή και επαγγελματικό τρόπο, λαμβάνοντας υπόψη τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των καταναλωτών σε όλα τα στάδια (εκπόνηση, διαφήμιση, χορήγηση, παροχή υπηρεσιών, εκτέλεση σύμβασης). Οι πολιτικές αμοιβών του προσωπικού πρέπει να είναι σύμφωνες με την ορθή διαχείριση κινδύνων και να μην ενθαρρύνουν ανεύθυνες πρακτικές.
Τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι πιστωτικοί φορείς και οι μεσίτες πιστώσεων υπόκεινται σε κατάλληλη διαδικασία αδειοδότησης, εγγραφής σε μητρώο και εποπτείας από ανεξάρτητη αρμόδια αρχή. Οι αρμόδιες αρχές πρέπει να διαθέτουν όλες τις αναγκαίες εξουσίες διερεύνησης και επιβολής, καθώς και επαρκείς πόρους.