Νέα αύξηση των κρουσμάτων «μαύρου χρήματος» καταγράφηκε στο πρώτο τρίμηνο του 2019, ενώ την ίδια ώρα η ΑΑΔΕ προειδοποιεί πως οι υποθέσεις της λίστας Λαγκάρντ, Μπόργιανς και Εμβασμάτων, μπορεί να παραγράφηκαν εκείνες που αφορούσαν υποθέσεις προ του 2012, ωστόσο παραμένουν «ζωντανές» εάν διαπιστωθεί ότι πρόκειται για διακίνηση μαύρου χρήματος.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, τον Μάρτιο εντοπίστηκαν 7 νέες υποθέσεις, με ενδείξεις για ξέπλυμα μαύρου χρήματος, ενώ ζητήθηκαν πληροφορίες από τράπεζες του εξωτερικού για 28 άτομα!
Συνολικά στο πρώτο τρίμηνο του 2019, η Αρχή Kαταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες παρέπεμψε στις εισαγγελικές αρχές 24 υποθέσεις, ενώ δεσμεύτηκαν ποσά ύψους 22,48 εκατ. ευρώ.
Παράλληλα από τα στοιχεία της Αρχής προκύπτει πως για 91 άτομα ζητήθηκε το άνοιγμα των λογαριασμών τους στο εξωτερικό και τη διαβίβαση στις ελληνικές αρχές στοχιείων για καταθέσεις ή άλλες χρηματοοικονομικές επενδύσεις που τυχόν έχουν σε διάφορες χώρες.
Υπενθυμίζεται ότι στη διάρκεια του 2018 παρέπεμψε στους εισαγγελείς, συνολικά 100 υποθέσεις, για τις οποίες υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις για «μαύρο χρήμα». Το συνολικό ποσό που δεσμεύτηκε από την Αρχή, για φορολογικές υποθέσεις (φοροδιαφυγή), ανήλθε στο ποσό των 181,3 εκατ. ευρώ. Το συγκεκριμένο ποσό δεσμεύτηκε, μέχρι να ξεκαθαριστούν οι υποθέσεις. Επίσης, για 247 άτομα ζητήθηκαν από την Αρχή, πρόσθετες πληροφορίες για τους τραπεζικούς λογαριασμούς ή άλλες επενδύσεις από άλλες χώρες.
Τα συγκεκριμένα αιτήματα συνδρομής εστάλησαν από την «Μονάδα A'» της Αρχής, βασικό αντικείμενο της οποίας είναι η διερεύνηση χρηματοοικονομικών πληροφοριών.
Σημειώνεται ότι η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες δύναται με βάση το συστατικό της νόμο, να διαβιβάζει και να ανταλλάσσει πληροφορίες εμπιστευτικής φύσης με τις αρμόδιες εισαγγελικές ή άλλες αρχές με ερευνητικές ή ελεγκτικές αρμοδιότητες, καθώς και με τις αρμόδιες αρχές του άρθρου 6 του ν.3691/2008, εφόσον οι πληροφορίες αυτές κρίνονται χρήσιμες για το έργο τους και για την εκπλήρωση των νόμιμων καθηκόντων τους.
Ψάχνουν μαύρο χρήμα στις λίστες
Εν τω μεταξύ όπως προειδοποιεί η ΑΑΔΕ, οι υποθέσεις της λίστας Λαγκάρντ, Μπόργιανς και Εμβασμάτων, μπορεί να παραγράφηκαν εκείνες που αφορούσαν υποθέσεις προ του 2012, ωστόσο παραμένουν «ζωντανές» προς έλεγχο, εάν διαπιστωθεί ότι μέσω των συγκεκριμένων τραπεζικών λογαριασμών υπάρχει διακίνηση μαύρου χρήματος.
Δηλαδή το Χ πρόσωπο, που βρέθηκε στις λίστες και έχει ποσά αδήλωτα, προ το 2012, δεν μπορεί να ελεγχθεί για φοροδιαφυγή, αλλά μπορεί να ελεγχθεί με βάση τις αυστηρές διατάξεις για ξέπλυμα μαύρου χρήματος.
Αυτό προκύπτει από έγγραφο της ΑΑΔΕ που κατατέθηκε στη βουλή, κατόπιν ερώτησης που υποβλήθηκε, σχετικά με την τύχη που θα έχουν οι λίστες, μετά τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, με τις οποίες περιορίστηκε αυστηρά στην πενταετία ο χρόνος εντός του οποίου μπορούν να ελεγχθούν.
Στην απάντηση της ΑΑΔΕ αναφέρεται ότι μετά την έκδοση της υπ' αριθ. 1738/2017 απόφασης της Ολομέλειας του ΣτΕ, καθώς και των υπ' αριθ. 2934/2017 και 2935/2017 νεότερων αποφάσεων του ιδίου δικαστηρίου απευθύνθηκαν σχετικά ερωτήματα προς το ΝΣΚ αναφορικά με την έκταση εφαρμογής των εν λόγω αποφάσεων. Επ' αυτών εκδόθηκαν το υπ' αριθ. 2642/2017 Πρακτικό τηρητέας διοικητικής πορείας της Ολομέλειας του ΝΣΚ, καθώς και η υπ' αριθ. 268/2017 Γνωμοδότηση του ΝΣΚ αντίστοιχα και προσθέτει:
«Κατόπιν των ανωτέρω, οι έλεγχοι προσανατολίστηκαν σε υποθέσεις για τις οποίες η Φορολογική Διοίκηση είχε δικαίωμα έκδοσης πράξεων διορθωτικού προσδιορισμού φόρων και προστίμων.
Περαιτέρω, σε κάθε περίπτωση που οι ελεγκτικές υπηρεσίες έχουν ενδείξεις ή υπόνοιες απόπειρας ή διάπραξης των αδικημάτων της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας ή των βασικών αδικημάτων, όπως αυτά ορίζονται στο άρθ. 3 του ν.3691/2008, στα οποία συμπεριλαμβάνεται το αδίκημα της φοροδιαφυγής, αποστέλλουν αναφορά απευθείας και χωρίς καθυστέρηση στην Αρχή του άρθρου 7 του ίδιου νόμου».
Σημειώνει δε, ότι η επιλογή των υποθέσεων προς έλεγχο γίνεται με βάση κριτήρια ανάλυσης κινδύνου,
στοιχεία από εσωτερικές και εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ή, εξαιρετικά, με βάση άλλα κριτήρια, τα οποία καθορίζονται από τον Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων και δεν δημοσιοποιούνται.